Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

Oι φόροι, οι εισφορές και η κότα με τα χρυσά αυγά


Προκειμένου να διατηρηθούν με τη σημερινή τους μορφή το κράτος και το ασφαλιστικό σύστημα, αυτονόητη είναι η ανάγκη τους για τη διαρκή τροφοδότηση μέσω των φόρων και των εισφορών (μιας και τα ελλείμματα που καλύπτονταν με δανεικά μας τελείωσαν). Εάν δεν εισπραχθούν τα προϋπολογιζόμενα ποσά σε φόρους και εισφορές, το κράτος συνολικά αλλά και το ασφαλιστικό σύστημα ειδικότερα δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν σε βασικές τους υποχρεώσεις. Το κράτος, με τη σημερινή του μορφή επαναλαμβάνω, δεν θα μπορεί να κάνει προμήθειες και να καλύπτει μισθούς, ενώ το ασφαλιστικό σύστημα, εάν δεν μεταβληθεί η μορφή του, δεν θα μπορεί να καλύπτει συντάξεις και δαπάνες υγείας. Συνεπώς ή πρέπει να αλλάξει δραστικά το κράτος (και το ασφαλιστικό σύστημα) ή πρέπει να διασφαλισθεί η είσπραξη των φόρων και των εισφορών που θα το στηρίζουν.

Πώς όμως θα εισπράττονται επαρκείς φόροι και εισφορές, όταν το παραγόμενο προϊόν στη χώρα μειώνεται; Όταν τα εισοδήματα είναι μικρότερα, οι συναλλαγές λιγότερες; Με τη φορολόγηση άλλων στοιχείων, όπως της περιουσίας, καθώς και με την αύξηση των φορολογικών συντελεστών και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσεως. Αφήνοντας κατά μέρος το ερώτημα, εάν είναι δίκαιο να υποχρεώνονται οι πολίτες να πληρώνουν βαρύτερη φορολογία, για να συντηρούνται οργανισμοί που δεν αποφέρουν κάποιο όφελος για τον πολίτη, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι αποτελούν απλά εργαλεία για ρουσφετολογικές συναλλαγές (όπως ο Κρατικός – sic – Οργανισμός Εθελοντισμού «Έργο Πολιτών»), ανακύπτει ένα ακόμη πιο ουσιαστικό πρόβλημα: υπάρχει η πραγματική δυνατότητα να εισπραχθούν οι προϋπολογισθέντες φόροι και οι προϋπολογισθείσες εισφορές; Διότι εάν δεν μπορούν να εισπραχθούν, και μάλιστα στο χρόνο που πρέπει, τότε το σύστημα θα καταρρεύσει.

Την απάντηση την δίνει η ίδια η κυβέρνηση, αλλά και η πραγματικότητα. Επιβάλλει αυξημένους φορολογικούς συντελεστές ή φορολογεί απρόσοδη περιουσία συνεκτιμώντας ότι ένα σημαντικό μέρος των φορολογουμένων δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί. Για τους φορολογουμένους αυτούς έχει έτοιμες τις λύσεις: κατασχέσεις, ποινικές διώξεις κ.λπ. Το ίδιο ισχύει και για όσους δεν καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές (ήδη υπολογίζονται σε 350.000 οι ασφαλισμένοι του ΟΑΕΕ που δεν έχουν τη δυνατότητα αυτή). Κι εκεί το ίδιο. Και, άντε, να πούμε ότι η κυβέρνηση στίβει, στίβει, στίβει, κάτι εισπράττει. Και όσους δεν πληρώνουν, να τα πρόστιμα, να οι φυλακές, να η επί δεκαετία στέρηση της φορολογικής ενημερότητας. Υπολογίζει η κυβέρνηση πόσο μεγάλο μέρος του πληθυσμού τίθεται εκτός της οικονομικής δραστηριότητας; Αντιλαμβάνεται ότι με τα πρόστιμα και τις φυλακίσεις δημιουργεί μια μη αναστρέψιμη κατάσταση για ένα πολύ σημαντικό, και όλο και αυξανόμενο, μέρος των επιχειρηματιών; Ότι έτσι θα συρρικνώσει δραστικά τη φορολογική και ασφαλιστική βάση; Ότι το επόμενο έτος κι άλλοι εναπομείναντες δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στις υψηλές φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις (που ενδέχεται ν' αυξηθούν κι άλλο, για να αναπληρώσουν το κενό που θα αφήνουν όσοι τίθενται εκτός παραγωγής φέτος);

Μόνο κάποιος κακόπιστος θα αρνηθεί την πραγματικότητα. Η πραγματικότητα, όχι η πεποίθηση κάποιων ούτε η ιδεολογία, είναι ότι στη σημερινή Ελλάδα το κράτος δεν μπορεί να διατηρηθεί ως έχει. Ούτε το ασφαλιστικό σύστημα. Εάν δεν αλλάξουν, πολύ σύντομα η οικονομία δεν θα μπορεί να παράγει τους φόρους και τις εισφορές που θα είναι απαραίτητες για τη συντήρηση είτε του κράτους, είτε του ασφαλιστικού συστήματος. Και η ίδια η πραγματικότης υποδεικνύει και την υποχρεωτική κατεύθυνση προς τη λύση: μείωση των δαπανών του κράτους, ώστε να υπάρχει περιθώριο για μείωση των φόρων. Κατάργηση των εισφορών, εξορθολογισμός του συνταξιοδοτικού συστήματος και του συστήματος για την κάλυψη των δαπανών υγείας. Όσοι αντιμετωπίζουν τους οικονομικώς ενεργούς συμπολίτες μας ως κότες που κάνουν χρυσά αυγά, θυμούνται ότι η παραγωγή των χρυσών αυγών σταμάτησε, μόλις σφάχθηκε η κότα.

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013

Η τυρρανία της πλειοψηφίας και η οικουμενικότητα των δικαιωμάτων


- Για να μη διαλυθεί ο κοινωνικός ιστός, πρέπει το κράτος να μη μειώσει τα έξοδά του, αλλά να αυξήσει τη φορολογία στους πλουσίους.
- Η κοινωνία δεν είναι ώριμη, ώστε να επιτραπεί σε ομόφυλα ζευγάρια να συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης.
- Δεν επιτρέπεται να αναφερόμαστε στα "Σκόπια" με τη συνταγματική τους ονομασία (ως Δημοκρατία της Μακεδονίας, όπως τους έχει αναγνωρίσει όλος ο υπόλοιπος κόσμος), επειδή θα πλήξουμε την πατρίδα.
- Δεν γίνεται να έχουμε τα καταστήματά μας ανοικτά την Κυριακή, επειδή τα μικρομάγαζα θα εξαφανισθούν προς όφελος των κακών πολυεθνικών.

Τα παραπάνω δεν είναι ευχολόγια, δεν είναι κοινωνικές συμβάσεις, δεν είναι επιθυμίες. Είναι σχεδόν στο σύνολό τους νομοθετημένα. Όταν η αρχή της πλειοψηφίας δεν έχει τον περιορισμό των ατομικών δικαιωμάτων, τότε αποδεικνύεται στην πράξη ότι η πλειοψηφία δεν διστάζει να επιβάλλει τις ηθικές και άλλες επιλογές της στη μειοψηφία. Ή, ακόμη πιο αισχρά, να εκμεταλλεύεται τη μειοψηφία, να της κλέβει τον πλούτο. Α, και κάτι άλλο: προς υποστήριξη του καθενός από τα παραπάνω αιτήματα έχουν γίνει μαχητικές διαδηλώσεις (από βολεμένους συνδικαλιστές μέχρι καλόγερους με κομποσχοίνια).

Ο λαός λέει ότι "όποιος πονάει, γαϊδουρινά φωνάζει". Η πολιτική πράξη στη χώρα μας, τουλάχιστον μετά από τη Μεταπολίτευση, έχει αποδείξει το αντίθετο. Η πλειοψηφία διαμορφώνεται από τους φωνακλάδες. Φωνακλάδες όμως δεν είναι αυτοί που υποφέρουν, παρά είναι αυτοί που έχουν κάθε συμφέρον να αποφύγουν την αναλυτική συζήτηση, επειδή έχουν κάθε συμφέρον να αποκρύψουν ότι το αίτημά τους εν τέλει δεν ταυτίζεται με το "κοινό καλό" που συνήθως επικαλούνται, αλλά με το στενό προσωπικό τους συμφέρον (μια απλή επισκόπηση του ελληνικού "κοινωνικού κράτους" και της μεταφοράς πόρων από τους πιο φτωχούς στις πιο ευνοημένες συντεχνίες αποδεικνύει του λόγου το αληθές). Και το στενό προσωπικό συμφέρον υπηρετείται με την επιβολή της βουλήσεώς τους σε άλλους: αρπάζοντας όσα με μόχθο, με κόπους ζωής οι άλλοι έχουν κατακτήσει, για να τα οικειοποιηθούν οι ίδιοι - επιβάλλοντας ένα τρόπο συμπεριφοράς συμβατό με την επιβεβαίωση, ότι κάποιοι κατέχουν την εκ θεϊκής αποκαλύψεως αλήθεια κατ' αποκλειστικότητα - συντηρώντας μύθους και τεχνητές εντάσεις, για να δικαιολογήσουν τον προστατευτισμό που τους προφυλάσσει από τον πραγματικό ανταγωνισμό. Πρόκειται για διεκδίκηση της ευημερίας όχι με την ατομική ή συνεργατική (οικεία βουλήσει) προσπάθεια, αλλά διαμέσου του σχηματισμού και της επιβολής της πλειοψηφίας (με τον τρόπο που αυτή σχηματίζεται) επί της μειοψηφίας, της βούλησης ενός ανθρώπου επί της βούλησης ενός άλλου, με μόνη ουσιαστική δικαιολογία την ισχύ της αριθμητικής πλειοψηφίας. 

Η έννοια του ατομικού δικαιώματος χάνεται στον ολοκληρωτισμό. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι η δημοκρατία δεν αποκλείεται να οδηγήσει στον ολοκληρωτισμό, ιδίως όταν η πλειοψηφία οδηγείται από αισθήματα όπως ο φθόνος και η μειονεξία. Η προστασία των ατομικών δικαιωμάτων στην πραγματικότητα, ειδικά σε μία χώρα όπου δεν υφίσταται ουσιαστικός έλεγχος της εξουσίας, όπου λείπουν τα ουσιαστικά checks and balances, καταλήγει να είναι ζήτημα αυτοπεριορισμού της πλειοψηφίας. Η αναγνώριση των ατομικών δικαιωμάτων όχι μόνον ως τυπικών θεσμών, αλλά στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που θα σέβεται η εκάστοτε πλειοψηφία, καθίσταται όλο και περισσότερο επιβεβλημένη. Ποιος όμως είναι ο κοινός άξονας μιας τέτοιας αναγνώρισης; Ότι βασικά έννομα αγαθά, όπως η περιουσία, ο ερωτικός αυτοπροσδιορισμός/ η ιδιωτικότητα, η ελευθερία της έκφρασης, η ελευθερία του επιχειρείν - μένουν έξω από τη σφαίρα της δημόσιας επιβολής (εκτός εάν, με κάποιον τρόπο, θίγουν τα αντίστοιχα αγαθά άλλων). Τα αγαθά αυτά όλα έχουν συνάφεια με την προσωπικότητα, με την ατομικότητα καθ' αυτήν και το κράτος οφείλει να μην επεμβαίνει σ' αυτά, αλλά και να τα προστατεύει από επεμβάσεις άλλων ιδιωτών. Και, βέβαια, δεν πρέπει να γίνονται παρανοήσεις, όπως όταν συγχέεται η ελευθερία του επιχειρείν ως δικαίωμα με την επίτευξη κέρδους, ως προσδοκία. Δεν μπορεί επ' ονόματι της επίτευξης κέρδους ενός επιχειρηματία το κράτος να θέτει περιορισμούς στην ελευθερία του επιχειρείν ενός άλλου.

Σε ένα τέτοιο κοινό άξονα, τα δικαιώματα που συνδέονται με την περιουσία και την οικονομική λειτουργία δεν μπορούν να διαχωρίζονται με δικαιώματα που συνδέονται με μη-αμιγώς οικονομικές λειτουργίες των ανθρώπων. Η προσωπικότητα του ανθρώπου, για ν' αναπτυχθεί ελεύθερα, για να έχουμε παραγωγικότητα και ευημερία, τα έχει ανάγκη όλα. Αλλά δεν πρέπει να διατηρείται και η άλλη σύγχυση, ότι δήθεν υπάρχουν δικαιώματα που απονέμονται μόνο σε κάποιες κατηγορίες ανθρώπων, στις γλωσσικές ή εθνοτικές μειονότητες, στους ομοφυλόφιλους, στους νέους κ.λπ. Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι οικουμενικά - αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ολόκληρες κατηγορίες ανθρώπων που αδικαιολόγητα αποκλείονται από κάποια από αυτά, οπότε ο αγώνας για την άρση αυτού του παράνομου αποκλεισμού μπορεί σχηματικά να ονομασθεί ως αγώνας για τα δικαιώματα μιας συγκεκριμένης κατηγορίας. Έτσι, όταν κάποιος αγωνίζεται ώστε και τα ομόφυλα ζευγάρια να μπορούν να συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης με έννομες συνέπειες που αναγνωρίζει η Πολιτεία, σχηματικά λέμε ότι αγωνίζεται για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων. Στην πράξη, όμως, δεν αγωνίζεται για την αναγνώριση ενός ειδικού δικαιώματος μιας ειδικής κατηγορίας ανθρώπων, προσδιορισμένων κατά τις ερωτικές τους προτιμήσεις, αλλά για να μπορούν και οι ομοφυλόφιλοι να μην αποκλείονται από ένα οικουμενικό δικαίωμα με πρόσχημα την ερωτική τους προτίμηση.

Και, τέλος, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τι σημαίνει η φράση "η κοινωνία δεν είναι ώριμη για να ..." (που επίσης, κατά κανόνα, σχετίζεται με δικαιώματα που έχουν να κάνουν με σύγχρονες μορφές συμβίωσης ή σχηματισμού οικογένειας). Στην πράξη σημαίνει ότι η κοινωνία δεν έχει ακόμη αποδεχθεί ότι δεν έχει το απόλυτο δικαίωμα να ελέγχει τι κάνει κάποιος στο κρεββάτι του ή μέσα στο σπίτι του, με ποιον συζεί, με ποιον συνευρίσκεται ερωτικά και με ποιον χτίζουν κοινό σπιτικό. Πρόκειται για μια δικαιολογία που πρέπει να εξαφανίσουμε από το δημόσιο διάλογο, εκτός κι εάν προτιμούμε να ζούμε σε ένα τεράστιο χωριό, όπου η ζωή μας καθορίζεται από τους τοπικούς κουτσομπόληδες.